Και αν το παραπάνω ξενίζει για το αν αληθεύει, τότε γιατί δεν ξένιζε κανέναν όταν ομοίως οι τράπεζες είχαν ορθάνοικτα τα ταμία τους στον λαό και μοίραζαν ανεξέλεγκτα τα κεφάλαια τους σε καταναλωτικά δάνεια, επιβάλλοντας με δική τους ευθύνη, ένα νέο και ανεπίτρεπτο ως τα τώρα μοντέλο λειτουργίας των τραπεζών, στην αγορά χρήματος, με αρνητικές προεκτάσεις στην οικονομία της χώρας. Και μοίραζαν δανεικά χρήματα στον λαό, προκειμένου να πουληθούν τα εμπορεύματα από τις τότε πολυεθνικές που συμπτωματικά είχαν ταυτοχρόνως εμφανιστεί. Με αποτέλεσμα την αναπόφευκτη εξάντληση και εξαφάνιση των κεφαλαίων αυτών από την ντόπια αγορά και μεταφορά τους σε άλλες αγορές του εξωτερικού από όπου έρχονταν τα παραπάνω εμπορεύματα. Και εκ τούτου και η επακόλουθη αδυναμία της άμεσης επιστροφής των δανείων από τους δανειολήπτες, πράγμα που γνώριζαν οι τραπεζίτες αλλά δεν μπορούσαν να φανταστούν οι δανειολήπτες καθώς είχαν μεσάνυκτα από Κοινωνική Οικονομία
Γιατί αν τα δισεκατομμύρια που δάνεισαν τότε οι τράπεζες στους καταναλωτές, παρέμειναν στην Ελληνική αγορά, αν δηλαδή τα δάνεια είχαν δοθεί αφενός για να παραχθούν προϊόντα εδώ και αφετέρου για να ενισχυθεί η αγοραστική δυνατότητα των καταναλωτών για αυτά τα ντόπια προϊόντα, τότε δεν θα υπήρχε τώρα κανένα πρόβλημα κόκκινου δανείου, αφού και η Ελληνική αγορά θα κινείτο με τα δισεκατομμύρια αυτά, και τα χρήματα παραμένοντας εδώ σε κάθε κύκλο τους θα αναδιανέμοντο και προς τις τράπεζες. Αν μάλιστα μέρος των προϊόντων αυτών, πήγαιναν προς εξαγωγή, τότε θα είχαμε και πραγματικά κέρδη σε κρατικό επίπεδο, καθώς θα εισέρρεε νέο χρήμα στην οικονομία της χώρας, ή έστω θα ισορροπούσε τις απώλειες χρήματος από τις αναγκαίες εισαγωγές άλλων εμπορευμάτων. Οι τραπεζίτες όταν έδιναν διακοποδάνεια για παραδείσιους προορισμούς, ή δάνεια για αγορά εισαγόμενων προϊόντων τι πίστευαν; ότι αυτοί που εισέπρατταν τα χρήματα στο εξωτερικό θα τους τα έστελναν πίσω ταχυδρομικώς; Ή μήπως δεν γνώριζαν κάθε δευτερόλεπτο τον δρόμο που ακολουθούσαν τα χρήματα που δάνειζαν στον λαό;. Πόσο μεγάλος οικονομολόγος έπρεπε να είναι κάποιος ώστε να αντιληφθεί ότι τα χρήματα αυτά δεν θα μπορούσαν να ξαναεπιστραφούν από τους δανειολήπτες πίσω στις τράπεζες; Αφού αυτά τα χρήματα απομακρυνόντουσαν από την Ελληνική αγορά, μια αγορά με μια τεράστια και αρνητικά ανοιγμένη ψαλίδα. Μια αγορά ελεύθερη σαν ανοικτή θάλασσα, που όσο μεγαλύτερα εμπορικά μέσα διέθετε κάποιος, τόσο περισσότερα ψάρια έπιανε. Ψάρια που δεν τα έτρωγε εδώ στον τόπο που τα ψάρεψε αλλά τα πήγαινε και τα έτρωγε στον τόπο του
Έτσι τώρα λοιπόν έρχεται η αμερόληπτη δικαιοσύνη και πιάνει έναν ένα τον δανειολήπτη που προσέφυγε σε νόμους προστασίας υπερχρεωμένων νοικοκυριών ώστε να ξεπληρώσει τα χρέη του με εφικτούς ρυθμούς, και τον κατατάσσει στους στρατηγικούς κακοπληρωτές και στους μπαταχτσίδες. Έτσι ώστε με πρόσχημα τον δόλο, να πετάξουν τους δανειολήπτες στους πλειστηριασμούς, γιατί λέει ότι με δόλο έπαιρναν τα δάνεια που παρακαλετά τους έδιναν οι τράπεζες
Δάνεια που αναστάτωναν τον ανταγωνισμό της αγοράς. Δάνεια που έδιδαν χωρίς να πληρούν καμία προϋπόθεση του ορθού τραπεζικού δανεισμού. Δάνεια τόσο χαλαρά δοσμένα που μόνο εγγράφως δεν συνόδευε και η υπόσχεση ότι αν κάπου δανειολήπτη δυσκολευτείς, εσύ να είσαι καλά και εμείς εδώ είμαστε, να σε δανείσουμε ξανά, ώσπου να ξεπεραστεί το πρόβλημα. Δάνεια με τόκους και όρους που ζήλευαν οι τοκογλύφοι πλήν όμως αυτοί δεν θα έδιναν ποτέ, αφού ήταν σίγουρο ότι δεν θα μπορούσαν ποτέ οι δανειολήπτες να τα επιστρέψουν. Δηλαδή λεφτά υπάρχουν
όπως και πράγματι υπήρχαν αρκετά ώστε να στηθεί το παιγνίδι της πτώχευσης όχι μόνο του Ελληνικού λαού αλλά και πολλών άλλων λαών ακόμη. Αλήθεια γιατί κανένα προοδευτικό πνεύμα από αυτά της ελεύθερης οικονομίας δεν μιλά για απελευθέρωση του επαγγέλματος του τραπεζίτη; Γιατί αυτή η ελεύθερη οικονομία θέλει απελευθερωμένο μόνο το επάγγελμα του πολύτεκνου ταξιτζή και του πτυχιούχου φαρμακοποιού; Καθώς και την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ και του ΟΤΕ ή της ΕΥΔΑΠ; Όλα τα άλλα καλώς έχουν;. Γιατί δεν μπορεί ο κάθε ένας που έχει ένα μικρό κεφάλαιο να γίνει νόμιμα τραπεζίτης στην γειτονιά του; Να παίρνει την σχετική άδεια σε 24 ώρες, όπως μπορεί να πάρει για να λειτουργήσει ένα καφενείο σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες;. Αυτό το δικαίωμα του τραπεζίτη ποιοι χαρισματικοί το έχουν και γιατί το μονοπωλούν;. Ή γιατί να μην μπορεί ένας ηλεκτρολόγος μηχανολόγος να τροφοδοτήσει με ηλεκτρισμό δικής του παραγωγής μερικά οικοδομικά τετράγωνα, με ρεύμα που θα παράγει ο ίδιος εκεί;.
Αν λοιπόν η δικαιοσύνη τώρα και επιλεκτικά πάνω στο θέμα αυτό αντιμετωπίζει τον λαό ως Πολίτη, τότε έχει δίκιο να τον κατηγορεί ότι με δόλο μπήκε στο πλοίο, διότι στο πλοίο του Πολιτισμού ο Πολίτης γνωρίζει και μπορεί να φροντίζει τα πάντα σε αυτό. Οπότε αν προκύψουν υπεράριθμοι (πράγμα αδύνατο εκ των αδυνάτων) ή οτιδήποτε άλλο αρνητικό τότε φταίει πράγματι ο Πολίτης, καθώς όπως έχουμε πεί οφείλει να άρχει και να άρχεται επιστάμενος μετά δίκης. Όμως όταν δεν υπάρχουν Πολίτες αλλά λαός και η δικαιοσύνη παραβλέπει τις ευθύνες των τραπεζών και ενώ τις ανακεφαλοποιεί, με δάνεια στο όνομα του λαού, απαιτεί από τον λαό να αποδεχτεί ευθύνες που δεν του αναλογούν, και ούτε του αναγνωρίζει ελαφρυντικά, τότε καταλαβαίνουμε με τι είδους δικαιοσύνη έχουμε να κάνουμε, αφού τώρα γνωρίζουμε πολύ καλά ότι ο ισχυρός επιβάλει ως δίκαιον το δικό του συμφέρον, κάνοντας το απλά αυτό το συμφέρον, νόμο του κράτους και μάλιστα με Δημοκρατικές διαδικασίες.
Πόσο αποκλειστικά υπεύθυνοι είμαστε για την αδυναμία εξυπηρέτησης του σχετικού χρέους μας στην τράπεζα;, όταν πειθαναγκαστήκαμε να χρεωθούμε παίρνοντας στεγαστικό δάνειο, την εποχή που μήνα με τον μήνα, ανέβαινε το νοίκι του σπιτιού που νοικιάζαμε; Και αυτό συνέβη επειδή ανέβαινε πλασματικά και η αξία των ακινήτων, λόγω της αύξησης της ζήτησης για αγορά και αυτό εξ αιτίας των δανείων που έδιναν οι τράπεζες πάλι ανεξέλεγκτα στον κάθε έναν. Έτσι ο κάθε ενοικιαστής γινόταν δανειολήπτης και αναγκαζόταν να αγοράσει άρον-άρον σπίτι με δάνειο για να γλυτώσει, από την δυσανάλογα σε ελάχιστο χρόνο, τρελή αύξηση των ενοικίων. Γιατί εκείνη την εποχή δεν βρέθηκε καμιά δικαιοσύνη, ώστε να βάλει φρένο στις παράτυπες και παράνομες τραπεζικές τακτικές, που προκαλούσαν αναστάτωση στην τότε υπάρχουσα και πολύ καλά στεκούμενη αγορά και οικονομία του λαού, ενώ ταυτόχρονα έθεταν οι τράπεζες σε κίνδυνο τα τραπεζικά κεφάλαια όταν μάλιστα δεν ήταν όλα δικά τους;. Και φτάνουμε στο σήμερα όπου ανακεφαλοποιούν τις τράπεζες χρεώνοντας τον λαό, και παράλληλα η δικαιοσύνη σύμμαχος των τραπεζών, καταδιώκει όσους αδυνατούν να ανταποκριθούν στις δανειακές υποχρεώσεις τους πετώντας τους στις κατασχέσεις και στους πλειστηριασμούς. Και αυτοί βέβαια που αδυνατούν, μέσα στην προκληθείσα, και από τα παραπάνω, οικονομική κρίση, δε είναι λίγοι.
Τακτικές και λογικές σαν τις παραπάνω στην Δημοκρατία δεν έχουν καμία θέση. Καθώς στην πραγματική Δημοκρατία τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η Δημοκρατία προϋποθέτει την ύπαρξη Πολιτείας και Πολιτεύματος. Το Πολίτευμα και η Πολιτεία προϋποθέτουν την ύπαρξη Πολιτισμού και Πολιτών. Ο Πολιτισμός και οι Πολίτες προϋποθέτουν την ύπαρξη Εκπαίδευσης, Μόρφωσης και Παιδείας προερχόμενες από την Κοινωνία, η Κοινωνία προϋποθέτει Οικογένειες, για τις οποίες η Κοινωνία είναι η Κοινή θέληση και απόφαση Όλων για την Επιβίωση Όλων και όχι μόνο των ανώτερων, ή των έξυπνων, ή των τυχερών, ή των πονηρών, ή των πλουσίων ή των πτωχών, των ντόπιων ή των ξένων κλπ. Η Οικογένεια είναι δημιούργημα της Φύσης με όποια έννοια ή περιεχόμενο αντιλαμβάνεται την Φύση ο καθένας από εμάς, και προϋποθέτει ένα ανδρόγυνο με παιδιά, που αποτελούν όλοι μαζί μία Κοινωνική αδιαχώριστη μονάδα, ένα Κοινωνικό άτομο. Η Οικογένεια είναι η ελάχιστη σε αριθμό συνύπαρξη ανθρώπων που η Κοινωνία στρέφει το ενδιαφέρον της ως Κοινωνία. Αυτό σημαίνει ότι η Κοινή απόφαση για την Επιβίωση Όλων δεν εστιάζει το ενδιαφέρον της έτσι γενικά και αόριστα σε όλους, αλλά εστιάζει το ενδιαφέρον της σε όλους με γνώμονα την Οικογένεια. Και οι ανάγκες της Οικογένειας όπως πχ η τροφή, η ασφάλεια, η στέγαση της, η Μόρφωση, η Εκπαίδευση κλπ δεν μπορεί να αποτελεί τομέα δραστηριοποίησης καμιάς μα καμιάς μορφής επενδυτών. Αν όμως η Κοινωνία δεν εστιάζει το ενδιαφέρον σε ολόκληρη την Οικογένεια αλλά μόνο στους ενήλικες, τότε πως θα συνεχίσει αυτή η Κοινωνία την ύπαρξη της αν δεν αντικατασταθούν οι ενήλικες που θα γεράσουν με άλλους νεότερους ομονοούντες; αν δεν έχουν βοηθηθεί προ πολλού τα νέα ζευγάρια να κάνουν παιδιά; και όχι μόνο αυτό, πρέπει να έχουν διαθέσιμα και τα απαιτούμενα προς τούτο όπως σπίτι, δουλειά, γονείς, υγεία, ασφάλεια, δικαιοσύνη, Παιδεία, Μόρφωση, Εκπαίδευση κλπ διαφορετικά φτάνει αυτή η Κοινωνία στο τέλος της.
Η φροντίδα της Κοινωνίας για τα παιδιά, στοχεύει ανάμεσα στα άλλα στην μελλοντική ολοκλήρωση τους, μέσω της οικογενειακής αποκατάστασης και συνάμα μετατροπής τους σε Πολίτες. Ομοίως η φροντίδα για τον ενήλικο αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση των Κοινωνικών, και οικογενειακών του αναγκών και υποχρεώσεων, υποχρεώσεις όμως που η Παιδεία, η Μόρφωση και η Εκπαίδευση τις εξωραΐζει σε ευσεβείς πόθους και διακαείς επιθυμίες, και έτσι μπορούμε να διακρίνουμε την φιλοτιμία στις προσπάθειες, του κάθε Πολίτη, για την εξυπηρέτηση και κάλυψη των Κοινωνικών και των οικογενειακών του αναγκών και υποχρεώσεων. Η φροντίδα της Κοινωνίας για τους ηλικιωμένους, αποσκοπεί πάλι σε πολλά όπως στην ωφέλεια των νέων Οικογενειών, από την παρουσία έμπειρων παλαίμαχων περί αυτήν. Έτσι και η κάθε άλλη Κοινωνική φροντίδα όπως πχ για τα στρατιωτικά, τα γράμματα, τις τέχνες, τις επιστήμες κλπ κλπ αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση των αναγκών των Οικογενειών και εξασφάλιση του Κοινού Στόχου (διαδοχική και διαχρονική Επιβίωση για Όλους, με τους κατά το δυνατόν καλύτερους και αποδοτικότερους όρους).
Αν το ενδιαφέρον της Κοινωνίας ήταν στραμμένο έτσι γενικά στις όποιες ανάγκες του απλού ανθρώπου, είτε άνδρα είτε γυναίκας όπως πχ στην ατομική ευχαρίστηση, την ηδονή, την όποια καλοπέραση κλπ, τότε αυτό θα επιτάχυνε την διάλυση και αυτοκαταστροφή της Κοινωνίας. Σύντομα αυτή θα έπαυε να υπάρχει. Όχι μόνο επειδή θα έχανε την Κοινή υποστήριξη καθώς δεν θα επικρατούσε μία απόλυτη άποψη για τους σκοπούς της, αλλά πολλές και διαφορετικές, καθότι ο κάθε ένας, θα είχε την δική του άποψη για την ευχαρίστηση, την ηδονή, την καλοπέραση, αλλά και γιατί, πολλές από τις απολαύσεις αυτές, θα απέτρεπαν τους Πολίτες από το θέλουν ή να μπορούν να υπηρετήσουν τους σκοπούς της Κοινωνίας των. Το βλέπουμε να συμβαίνει σήμερα αυτό, όπου διαρκώς μειώνεται ο αριθμός των Πολιτών και αυξάνεται ο αριθμός του λαού, που αναζητά την πρόσκαιρη ευχαρίστηση σε ατομικό επίπεδο, αδιαφορώντας για το αύριο και για τους άλλους, έχοντας πέσει θύμα συμφερόντων που απέσυραν από την ζωή του την Παιδεία, την Μόρφωση και την Εκπαίδευση, όχι την όποια και όποια Παιδεία, Μόρφωση και Εκπαίδευση, αλλά την Κοινωνική Παιδεία, Κοινωνική Μόρφωση και Κοινωνική Εκπαίδευση, δηλαδή Παιδεία, Μόρφωση και Εκπαίδευση με βάση τις επιταγές της Κοινωνίας, επιταγές που στρέφονται πάντα γύρω από την Επιβίωση Όλων και όχι στις όποιες ανάγκες του απλού ανθρώπου, είτε άνδρα είτε γυναίκας, όπως πχ στην ατομική ευχαρίστηση, ή την ηδονή.
Η Δημοκρατία λοιπόν, βασίζεται στη συνύπαρξη των Οικογενειών με τον τρόπο που ορίζει η Κοινωνία τους, όχι η όποια Κοινωνία αλλά η Κοινωνία του 100%, η Κοινωνία όλων των Οικογενειών, δηλαδή η Κοινή απόφαση των Οικογενειών για την Επιβίωση Όλων. Οικογένειες που συνυπάρχουν κατευθυνόμενες από τα ένστικτα τις ορμές και τις επιταγές τις εκλεπτυσμένης Φύσης του Ανθρώπου, με κυρίαρχη ορμή, εκείνη που έχει να κάνει με την αυτοσυντήρηση και τις συν αυτής ορμές και ένστικτα, προσαρμοσμένα όμως όλα αυτά μέσω της Παιδείας της Μόρφωσης και της Εκπαίδευσης στο περιβάλλον του Πολιτισμού. Σωστή αντιμετώπιση των έμφυτων εσωτερικών ορμών και των επιρροών του περιβάλλοντος, καθιστούν τον Πολίτη ικανότερο στο να ανταποκριθεί στους σκοπούς και στόχους της Κοινωνίας του από τον απλό άνθρωπο. Ο Πολίτης αλλά κι ο απλός και ακατέργαστος Κοινωνικά άνθρωπος από μια άποψη θα μπορούσαμε να πούμε ότι κινείται, κατευθύνεται και επηρεάζεται από δύο ειδών δυνάμεις. Τις εσωτερικές δυνάμεις της ανθρώπινης Φύσης και τις εξωτερικές δυνάμεις που προέρχονται από το περιβάλλον τις λεγόμενες γνώσεις και συνήθειες. Οι εσωτερικές δυνάμεις του ανθρώπου, που τον κινούν ή τον επηρεάζουν ή τον κατευθύνουν, είναι αυτές, που προέρχονται από την ανθρώπινη Φύση, και υπάρχουν μέσα του από την γέννηση του, όπως πχ οι αισθήσεις που τον κάνουν να αντιλαμβάνεται την πείνα την δίψα την νύστα το κρύο την ζέστη κλπ οπότε κινείται ανάλογα. Αυτές οι εσωτερικές δυνάμεις τον συνοδεύουν τον κινούν και τον κατευθύνουν από την πρώτη στιγμή της ζωής του, στην αρχή ως αποκλειστικές και στην συνέχεια μπορεί να αναμιγνύονται με τις έξω δυνάμεις ή και παύουν να υφίστανται κάποιες λίγες από αυτές ή περισσότερες, έχοντας περιοριστεί ή αντικατασταθεί από τις γνώσεις και τις συνήθειες δηλαδή τις εξωτερικές κινητήριες δυνάμεις. Καθώς μπορεί ένας άνθρωπος να κρυώνει στο παγωμένο νερό της θάλασσας χωρίς να δυσφορεί όταν πχ έχει μάθει και έχει γίνει χειμερινός κολυμβητής, ή μπορεί να πεινά και να μην τρώει ενώ έχει τροφή, επειδή έχει μάθει να νηστεύει κλπ. Και κάποιος πάλι άλλος άνθρωπος προκειμένου να καλύψει τις όποιες ανάγκες του να έχει μάθει να κλέβει, να σκοτώνει να βιάζει. Οι έξω δυνάμεις που μπορούν και αυτές να κινήσουν τον άνθρωπο και που προέρχονται από το περιβάλλον του, τις ονομάζουμε όπως είπαμε γνώσεις και συνήθειες. Είναι δηλαδή σκέψεις και πράξεις που αποδέχεται και συχνά επαναλαμβάνει θεωρώντας τες καλές ωφέλιμες και από κάποιο σημείο και μετά αναγκαίες, είτε είναι πράγματι έτσι είτε όχι, όπως πχ η άθληση, το διάβασμα, ή το κάπνισμα το πιοτό ο τζόγος κλπ. Περιττεύει και εδώ να θέσουμε το ερώτημα, σχετικά με το ποιους ανθρώπους και ποιες γνώσεις και ποιές συνήθειες προτιμά η Δημοκρατία..
Η ανθρώπινη Φύση αποκαλύπτεται στον καθέναν μας με το γνώθι σαυτόν, δηλαδή μέσα από τις σχετικές γνώσεις που μπορούμε να συγκεντρώσουμε περί τον εαυτό μας. Αυτές οι γνώσεις καθώς και οι τρόποι αναζήτησης τους είναι πράγματα σημαντικά για τους Πολίτες και τους προσφέρονται με την Παιδεία, την Μόρφωση και την Εκπαίδευση. Με τις γνώσεις αυτές μπορούμε να κάνουμε πολλά, όπως να εξηγήσουμε στους εαυτούς μας, την εκάστοτε στάση μας απέναντι στα πράγματα και έτσι να είμαστε προετοιμασμένοι, ώστε την στάση μας να την μεταβάλουμε ή να παραμένουμε σταθεροί ή απαθείς, όταν και όπου χρειάζεται. Μπορούμε να ελέγχουμε τον εαυτό μας και τις πράξεις μας. Μπορούμε να απομυθοποιούμε την δήθεν αξία πολλών πραγμάτων που μας είναι ασήμαντα ή να αναγνωρίσουμε την σημασία άλλων πραγμάτων που μέχρι τώρα παραβλέπαμε την αξία τους. |